Σκεπτόμενη Αθηνά

Βρέθηκε σε δύο τμήματα το 1888 στα νότια τού Παρθενώνα
και είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα του ονομαζόμενου ''αυστηρού ρυθμού''.

Εικονίζει την Θεά Αθηνά μπροστά σε μία χαμηλή στήλη. 
Η θεά φοράει πέπλο που σφίγγεται στη μέση με ζώνη και Κορινθιακό Κράνος. 
Με το ένα χέρι στηρίζεται στο δόρυ της και το άλλο είναι ακουμπισμένο στον γοφό. 
Τα πόδια της είναι γυμνά. 
Το βάρος του σώματος πέφτει στο δεξί πόδι 
ενώ το αριστερό, λυγισμένο προς τα πίσω, μόλις που πατά με τα δάχτυλα στο έδαφος. 
Έχει το κεφάλι σκυμμένο και το βλέμμα στραμμένο προς τη χαμηλή στήλη που βρίσκεται μπροστά της. 

Για την ερμηνεία της στήλης έχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις.
Κάποιοι θεωρούν ότι είναι το ορόσημο του ιερού της θεάς,
άλλοι ότι είναι ένας κατάλογος που απογράφει τα πολύτιμα αντικείμενα που φύλαγαν σε αυτό.
Άλλοι πάλι πιστεύουν ότι είναι κατάλογος με τα ονόματα πεσόντων σε κάποια μάχη,
κάτι που θα ταίριαζε στη σκεπτική, σχεδόν λυπημένη έκφραση της θεάς. 

Σκεπτόμενη Αθηνά

Το έργο χρονολογείται κατά τον 5ο αιώνα π.Χ., περίπου το 460 π.Χ. 
Είναι κατασκευασμένο από μάρμαρο Πάρου. 

Το ανάγλυφο βρέθηκε στον αρχαιολογικό χώρο της Ακρόπολης νότια του Παρθενώνα, 
μεταξύ του κρηπιδώματος του ναού και του νοτίου τείχους της Ακρόπολης. 
Το σημείο αυτό ήταν ίσως το εργαστήριο κατασκευής γλυπτών 
κατά την επί Περικλέους οικοδόμηση του Παρθενώνα. 
Η διάσταση της Αθηνάς, το περίγραμμα των μορφών, 
και η διάπλαση των μελών του σώματος είναι κάλλιστα γνωρίσματα της τελειοποιημένης τέχνης. 
Οι πτυχές του χιτώνα δείχνουν ότι ο καλλιτέχνης δεν είναι απαλλαγμένος από την επίδραση της αρχαϊκής τέχνης. 
Το ανάγλυφο κατατάσσεται στου τελευταίους χρόνους του πρώτου ήμισυ του 5ου π.Χ. αιώνα. 

Σήμερα το ανάγλυφο είναι λευκό, οι φασματοσκοπικές αναλύσεις όμως των χρωμάτων 
έδειξαν ότι στην αρχαιότητα το βάθος του ήταν μπλε. 

Πηγή : Μουσείο Ακρόπολης 

ΣΤΑ ΒΑΘΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΟΥ 

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου, χαρίσματα θεϊκά, 
ὁλανοιγμένα νοιώθω δυὸ μάτια μυστικά. 

Δὲν τὰ φωτίζει ὁ ἥλιος ποὺ λάμπει γιὰ τὴ γῆ 
καὶ παίρνουν φῶς ἀπ’ ἄλλη πιὸ καθαρὴ πηγή. 

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου, ποὺ πάθη ταπεινὰ 
δὲν ἔχουν τόπο, νοιώθω δυὸ μάτια φωτεινά. 

Καὶ βλέπω τὰ κρυμμένα, τ’ ἀθώρητα θωρῶ, 
τὸν ἄνθρωπο, τὴν πλάση, τἀστέρια, τὸν καιρό. 

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου κ’ ἐκεῖ ποὺ δὲ μπορεῖς 
ποτέ σου νἄμπῃς − νοιώθω δυὸ μάτια ὁλημερίς. 

Χεροπιαστὰ ξανοίγω τὰ πλάσματα τοῦ νοῦ 
κι ἀπάνω μου σκυμμένους ἀγγέλους τοὐρανοῦ. 

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου τὰ μαῦρα − μὴ σκιαχτῇς! 
ὁλανοιγμένα νοιώθω δυὸ μάτια ὁλυνυχτίς. 

Καὶ χώρα ξαντικρύζω μ’ ἀσύγκριτη ὀμορφιά, 
μακρυὰ ἀπ’ τὴν τρικυμία κι ἀπὸ τὴ συγνεφιά. 

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου τα μυστηριακὰ 
ὁλανοιγμένα νοιώθω δυὸ μάτια ἁρμονικά. 

Κι ὅλο μ’ ἐκεῖνα βλέπω μιὰ λύρα μαγική. 
Ὠϊμέ! τὰ δάχτυλά μου δὲ φτάνουν ὡς ἐκεῖ. 

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου, ποὺ πάθη ταπεινὰ ... 
δὲν ἔχουν τόπο, βρίσκω δυὸ μάτια φωτεινά. 

Καὶ βλέπω ἀγάλια ἀγάλια μπροστά μου νὰ περᾷ 
ὁ κόσμος τῶν ὀνείρων μὲ τὰ χρυσὰ φτερά. 

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου δυὸ μάτια μυστικὰ 
τὰ νοιώθω ὁλανοιγμένα, χαρίσματα θεϊκά. 

Διαβάζω στὸ βιβλίο τῆς φύσης τὸ τρανὸ 
κάθε σβυστὸ ψηφίο καὶ νόημα σκοτεινό.  

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου, στὰ βάθη τὰ ἱερά, 
ὁλανοιγμένα νοιώθω δυὸ μάτια λαμπερά. 

Τὰ περασμένα ἐμπρός μου διαβαίνουνε ξανά, 
καὶ δέχοντ’ ἄλλο σχῆμα καὶ φῶς τὰ τωρινά. 

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου τ’ ἀμόλυντα, γλυκὰ 
γλυκὰ ἀνοιγμένα νοιώθω δυὸ μάτια μυστικά. 

Καὶ δείχνεται τὸ μέλλον ἀκόμα τὸ κρυφτὸ 
στὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου σὰν ἀστραπὴ κι αὐτό. 

Ἐκεῖ ποὺ ἡ σκύλα ἡ Ἔγνοια δὲν πάει, δὲν ἀλυχτᾷ, 
μέσ’ στὴν ψυχή μου κρύβω δυὸ μάτια ὁλανοιχτά. 

Μιὰ μέρα τἄλλα μάτια, ποὺ εἶναι ἀπὸ γῆ πλαστά, 
θὰ λυώσουν μές στὸ μνῆμα μὲ τὸ κορμὶ κλειστά. 

Στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου ποὺ πάθη κοσμικὰ 
δὲν ἔχουν τόπο, νοιώθω δυὸ μάτια μυστικά. 

Αὐτὰ δὲ θὰ κλειστοῦνε ποτέ, δὲ θὰ χαθοῦν, 
ἐλεύθερα μιὰ μέρα γοργὰ θὰ φτερωθοῦν. 

Τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου, τὰ μάτια τὰ θεϊκά, 
ποὺ μέσα μου ἀνοιγμένα τὰ νοιώθω μυστικά, 

ψηλότερ’ ἀπ’ τἀστέρια, στὸν ἕβδομο οὐρανό 
θὰ τἀνταμώσουν πάλι τὸ Φῶς τὸ ἀληθινό! 

Κ. Παλαμᾶς - Τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου 
Αθήνα Εστία 1892 

Δείτε όλα μας τα Κοσμήματα με την Θεά Αθηνά